Η αρχή της ιστορίας με τον αρλεκίνο και τον απέναντι άνθρωπο.
Ο ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΘΕΩΡΗΘΕΙ ΕΙΤΕ ΓΥΝΑΙΚΑ ΕΙΤΕ ΑΝΤΡΑΣ
Ο άνθρωπος κοίταξε με αγωνία τον αρλεκίνο ενώ είχαν ήδη εισέλθει στο χώρο όπου έβγαζε η πρώτη πόρτα.
- Πού είμαστε ; , ρώτησε τον κλόουν. Τι κάνουμε εδώ ; ποιός είσαι στα αλήθεια ;
Ο τόνος της φωνής του ανθρώπου άρχιζε να αυξάνεται- μετά από λίγα λεπτά ηρέμησε και κοίταξε το χώρο γύρω.
Ο ειρωνικός κλόουν γέλασε και απάντησε:
- Βρισκόμαστε σε ένα πάρα πολύ αγαπημένο μου χώρο. Έλα μαζί μου.
Προχώρησαν μαζί σε ένα κήπο. Ο άνθρωπος κοίταζε δεξιά κι αριστερά και προσπαθούσε να καταλάβει τί ήταν αυτός ο χώρος.Ένας τεράστιος κήπος με κάτι δέντρα που δεν είχε ξανα δει ποτε στη ζωή του. Δέντρα , στα οποία τα κλαδιά είχαν πάνω κάτι μεγάλες χοντρές, άσπρες φούσκες.
- Αυτό εδώ - άρχισε ο αρλεκίνος - είναι η αρχή του κόσμου. Βλέπεις τις φούσκες στις άκρες των δέντρων ; εκεί γεννιόμαστε. Σκάνε , πέφτουν κι βγάινουμε. Είναι όλη η φύση μπροστά σου!
- Τι είναι αυτά που λες ; θέλω να φύγω από εδω. Σε παρακαλώ
- Επ επ επ , δεν θέλω τέτοια , δεν θέλω καν σχόλια. Τώρα μιλάω εγώ.
Ο αρλεκίνος έκανε μια βιαστικη κίνηση μπορστά στο πρόσωπο του ανθρώπου.Του είχε ράψει το στόμα.
-Τώρα καλύτερα. Οι φούσκες λοιπόν είμαστε εμείς. Σκάνε κι πέφτουνε χιλιάδες μωρά από κει πάνω. Σιχαίνομαι αυτη τη διαδικασία. Άκου τα πως τσιρίζουν!Άμα το δέντρο πεθάνει τότε ο κόσμος τελειώνει. Καταλαβαίνεις... Άμα γυρίσεις πίσω σου θα δεις το λιβάδι. Αυτό το λιβάδι θα πρέπει αναγκαστικά να το περπατήσεις. Κάθε μωρό το κάνει.Αλλά καλέ μου ανθρωπάκο. Σου έχω μια έκπληξη.
Ο κλόουν γύρισε στο δέντρο και παρατήρησε κάθε φούσκα. Μόλις είδε μια που έπεσε και έσπασε , έφερε το μωρό κοντά στον άνθρωπο. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα μια αλυσίδα ένωνε το μικρό λαιμό του μωρού με εκείνον του ανθρώπου.
- Αυτό θα έχει πλάκα , θα μας οδηγήσει ο μικρός φίλος μας.
Ο κλόουν γέλαγε για αρκετή ώρα. Τα μάτια του ανθρώπου είχαν γεμίσει δάκρια.
Το μωρό μπορούσε να μπουσουλίσει καθώς ούτε έκλαιγε ούτε καταλάβαινε τι γινόταν.
- Θέλω να σε προειδοποιήσω λοιπόν πως ότι παθαίνει το μωρό παθαίνεις κι εσύ , ανέφερε ο αρλεκίνος.
Το μωρό τους είχε οδηγήσει σε έναν δάσος. Οι λύκοι ήρθαν αντιμέτωποι και με το μωρό και με τον κλόουν. Ο άνθρωπος είχε κλειστά τα μάτια κι έκλαιγε όλη την ώρα.
Οι λύκοι άρχισαν να δαγκώνουν το μωρό και να γρατζουνάνε κάθε σημείο της ευαίσθητης επιδερμίδας.
Ο άνθρωπος γούρλωσε τα μάτια
κι άρχισε να ουρλιάζει.
Το ράψιμο του στόματος
που είχε κάνει ο κλόουν
στον άνθρωπο
σκίστηκε.
Στο μεταξύ, ο κλόουν κοίταζε και με ευχαρίστηση έλεγε :
- Έτσι ... υπέροχα !
Η κραυγη του ανθρώπου άρχισε να καταστρέφει το δάσος και ότι υπήρχε γύρω τους.
Ο αρλεκίνος κοίταξε ολόκληρο το τοπίο να καταστρέφεται ενώ άρχισε να γίνεται σεισμός. Ψιθύρισε κάποια λόγια.
Το δάσος εξαφανίστηκε ώσπου οι δυο τους πάλι βρέθηκαν στην αρχή , στο σημείο όπου είχε εμφανίσει ο αρλεκίνος πέντε πόρτες.
Ο άνθρωπος δεν ήταν πια αλυσωδεμένος με το μωρό- δεν το ξανα είδε - Εκείνη τη στιγμή άρχισε να ουρλιάζει και να θέλει να φύγει.
Ο κλόουν έγνεψε αρνητικά.
Η πρώτη πόρτα άρχισε να εξαφανίζεται.
Τώρα έμεναν τέσσερις.
Ο κλόουν κοίταξε τον άνθρωπο και του είπε
-Σου πήρα την παιδική αθωότητα.Τώρα , ποιά θες να είναι η συνέχεια ;
Ο άνθρωπος έβαλε τα κλάματα.Κάθε δάκρυ εξαφανιζόταν επι τόπου.
Ο κλόουν έβαλε κι αυτός τα κλάματα ,μα γρηγορα γέλασε.
- Μην κλαις παιδάκι , αφού δεν μπορείς να απαντήσεις, θα επιλέξω εγώ για σένα.Εντάξει ;χαίρομαι πολύ γι'αυτό. Δεύτερη πόρτα.Ορίστε!
Ο παλιάτσος έσπρωξε με βία τον άνθρωπο και μπήκαν μέσα...
( Συνεχίζεται )