Σιωπηλές κραυγές
τα βράδια
λίγο πριν
ξημερώσει
Ψίθυροι
που
ουρλιάζουν
για τον
μελοποιημενο
θανατο
της ικανοτητας.
Εκεί , παρα πέρα
-κάτι παραπάνω-
ένα δάκρυ οργής
κι άλλο ένα λύπης
μα ο Αδαμ κι Εύα
ήταν αδέρφια
πλάσμα ένα
πηλός-
αλώβητοι όσο δεν πάει -
> να και το πλήρωμα
μισοί πάνω μισοί κάτω<
πνιγμένοι
θαμμένοι στην άμμο
μακριά απο μας
το καράβι προχωράει
βγάζει πόδια
σα γαιδούρι
να σέρνεται
και τον σέρνει
ο αέρας
πυλός
πλαστελίνι
να φυσάει , να μας παίρνει
να μας κάνει ό,τι θέλει
ικανότητα καμία
τραγούδι τέλος -
Σιωπηλές κραυγές τα βράδια.
ψίθυροι στο σκοτάδι.
χειρότεροι οι ψίθυροι τη μέρα,
λες δε φοβασαι ,μα
αλλάζει ο καιρός.
φώτα παντού.
ο ήλιος κλαίει και αλλάζει ρούχο.
μας εκδικείται
η μητριά του.
" πέτα ψηλά "
όλο πετάς
πέφτεις.
πέσε και στη θάλασσα καμιά ώρα.
απλώσου στην αμμουδιά
όχι μη πέσεις
εσύ ορκίστηκες να χορεύεις με τα σύννεφα.
Σιωπή.
-Φυσάει...
Νύχτα/Μέρα
Γοργόνες ,
έρχονται να σε φιλήσουν.
μακριά
τέρατα
όχι , καλές έιναι οι γοργόνες
σειρήνες που τραγουδούν
πλοκάμια που σε μαστιγώνουν
μέρα με τη μέρα
σε χτυπάνε
σε δένουν
σε βουτάνε στο νερό
και σε πνίγουν.
Και σε πνίγουν , σε πετάνε στα βράχια ,
ματωμένο,
σπασμένο,
πνιγμένο.
Αβοήθητο.
απαθής-
Οι σειρήνες ,
ψάχνουν κι αλλού τροφή ,
βουτιά και εξαφανίζονται.
σε κατασπαράξανε.
τελευταίες φούσκες
κοντά στην ακρογιαλιά.
Κάπου εκεί βυθίζεσαι
λίγο-λίγο το νερό να σε
κατασπαράζει
γίναμε τροφή για άλλους
βυθισμένοι
...
Το πλήρωμα να φωνάζει
" πάει ο καπετάνιος ,
πάει"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου